- Η Ευρωπαϊκή Ένωση κτυπά καμπανάκι κινδύνου
- Υπολογίζει 89.000 θανάτους το χρόνο λόγω φυσικών καταστροφών το 2050
- Πλήρως υπασφαλισμένοι οι Έλληνες
- Μόλις 14,5 εκατ. ευρώ το χρόνο οι απαιτήσεις έναντι φυσικών καταστροφών
- Οι ασφαλιστικές βγάζουν "εκτός" ασφάλισης 3 στα 10 ακίνητα
Η κάλυψη της περιουσίας των Ελλήνων είναι στο κατώτερο δυνατό επίπεδο τα τελευταία 25 χρόνια σε σχέση με τις φυσικές καταστροφές που έχουν προκύψει. Το πόσο υπασφαλισμένη είναι η ελληνική ασφαλιστική αγορά σε ό,τι αφορά τις φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πυρκαγιές, βροχοπτώσεις) φαίνεται από το γεγονός ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΑΕΕ σε διάρκεια 25 ετών (1993-2018) υπήρχαν απαιτήσεις ύψους 358 εκατ. Ευρώ. Ουσιαστικά σε μεσοσταθμικό επίπεδο οι απαιτήσεις διαμορφώθηκαν σε περίπου 14,5 εκατ. Ευρώ ετησίως ποσό που φαίνεται ελάχιστο μπροστά σε δεκαπλάσιες φυσικές καταστροφές κατά το ίδιο διάστημα.
Στον ασφαλιστικό κλάδο στην Ελλάδα στις "καλές" περιόδους δηλαδή προ του 2009, όταν υπήρχε και διαθέσιμο εισόδημα προς ασφάλιση, δεν προωθήθηκε ιδιαίτερα η πώλησηασφαλιστικών προϊόντων έναντι φυσικών καταστροφών καθώς οι περισσότερες ασφαλίσεις στρέφονταν προς τον κλάδο αυτοκινήτου και μέχρι το 2009 προς τον κλάδο ζωής και προς τα unit linked προϊόντα - είχαν και μεγαλύτερη ζήτηση από τους πολίτες και καλύτερες προμήθειες προς τους διαμεσολαβούντες.
Οι ετησιοποιημένες απαιτήσεις ύψους 14,5 εκατ. ευρώ στη διάρκεια της 25ετίας δείχνουν ότι ακόμη και οι θανατηφόροι και καταστροφικοί σεισμοί του 1999 στην Αττική και οι αλλεπάλληλες πυρκαγιές κάθε χρόνο στην Ελλάδα (μαζί με τις θανατηφόρες πυρκαγιές του 2018), οι πλημμύρες σε όλη την ελληνική περιφέρεια (μαζί με αυτές του 2017 στη Μάνδρα) έπληξαν νοικοκυριά και επιχειρήσεις που τα περισσότερα ήταν ανασφάλιστα.
Τα λάθη των εταιρειών και τα λάθη των πολιτών
Ωστόσο, τις ευθύνες για την υπασφάλιση διαμοιράζονται εξίσου στους αδιάφορους πολίτες όσο και στις πολιτικές πολλών ασφαλιστικών εταιρειών, οι οποίες βάζουν πολλούς περιορισμούς στους όρους για την ασφάλιση.
Για παράδειγμα πολλές εταιρείες (σχεδόν όλες) ασφαλίζουν σπίτια που η ηλικία τους δεν πρέπει να ξεπερνά τα 20 χρόνια. Αυτό ουσιαστικά βγάζει εκτός ασφάλισης έναντι σεισμού σπίτια που έχουν κατασκευαστεί πριν το 1998 - δηλαδή εκατοντάδες χιλιάδες κατοικίες. Σε ό,τι αφορά τις πυρκαγιές, οι πάγιες τακτικές των ασφαλιστικών εταιρειών ήταν να μην αναλαμβάνουν ασφαλίσεις σε περιοχές αυξημένου κινδύνου, όπως είναι τα περιαστικά δάση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Εκεί άλλωστε βρίσκονται οικίες μεγάλης κατασκευαστικής αξίας οι οποίες όταν ασφαλίζονται έχουν ένα αυξημένο επασφάλιστρο. Μπορούμε να μεταφέρουμε απάντηση ανώτατου στελέχους μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας το 2007 όταν σε ερώτηση “τι ζημιές θα κληθεί να αποζημιώσει η εταιρεία σας από την πυρκαγιά στην Πεντέλη;” μας απάντησε ότι “η εταιρεία δεν ασφαλίζει έναντι πυρκαγιάς ακίνητα στην Πεντέλη επειδή ο κίνδυνος είναι αυξημένος”.
Με την ίδια λογική οι ασφαλιστικές δεν ασφαλίζουν κατασκευές κοντά σε βιομηχανικές μονάδες και βενζινάδικα έναντι πυρκαγιών κ.ο.κ. Οι πολίτες με τη σειρά τους υποτιμούν το κόστος από μία πιθανή και αβέβαια φυσική καταστροφή. Αν μάλιστα θεωρήσουμε ότι το 50% των ακινήτων στην Ελλάδα είναι άνω των 30 ετών (άρα μη ασφαλίσιμα ή ασφαλίζονται με επασφάλιστρα) τότε φαίνεται ξεκάθαρα γιατί είναι υπασφαλισμένα τα ακίνητα.
Από το 2013 πιέζει η Ευρωπαϊκή Ένωση έναντι των φυσικών φαινομένων
Τη δεκαετία (2002-2011) η θερμοκρασία της χερσαίας έκτασης της Ευρώπης διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο σε επίπεδα υψηλότερα κατά 1,3 °C από τα προβιομηχανικά, γεγονός που σημαίνει ότι η αύξηση στην Ευρώπη ήταν ταχύτερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Έχουν αυξηθεί ορισμένα ακραία καιρικά φαινόμενα, με συχνότερα κύματα καύσωνα, δασικές πυρκαγιές και ξηρασία στη νότια και την κεντρική Ευρώπη. Προβλέπονται ισχυρότεροι υετοί και πλημμύρες στη βόρεια και βορειοανατολική Ευρώπη, με αυξημένο κίνδυνο πλημμυρών και διάβρωσης στις παράκτιες περιοχές. Η αύξηση των φαινομένων αυτών είναι πιθανό να μεγεθύνει τις καταστροφές, οδηγώντας σε σημαντικές οικονομικές ζημίες, προβλήματα δημόσιας υγείας και θανάτους.
Στην "επικίνδυνη ζώνη" των κλιματικών αλλαγών κατατάσσει την Ελλάδα η Ε.Ε.
Ορισμένες περιφέρειες κινδυνεύουν περισσότερο από άλλες. Η λεκάνη της Μεσογείου, οι ορεινές περιοχές, οι πυκνοκατοικημένες κατακλυζόμενες πεδιάδες, οι παράκτιες ζώνες, οι εξόχως απόκεντρες περιοχές και η Αρκτική είναι ιδιαίτερα τρωτές. Επιπλέον, τα τρία τέταρτα του πληθυσμού της Ευρώπης ζουν σε αστικές περιοχές, οι οποίες συχνά δε διαθέτουν τα κατάλληλα εφόδια για την προσαρμογή και εκτίθενται σε καύσωνες, πλημμύρες ή στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας.
Πολλοί τομείς της οικονομίας εξαρτώνται άμεσα από τις κλιματικές συνθήκες και βρίσκονται ήδη αντιμέτωποι με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η γεωργία, η δασοκομία, ο θερινός και ο χειμερινός τουρισμός, οι υπηρεσίες υγείας και η αλιεία.
Πλήττονται επίσης βασικές υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, όπως οι πάροχοι ενέργειας και νερού. Τα οικοσυστήματα και οι υπηρεσίες που αυτά παρέχουν υφίστανται τις δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, γεγονός που επιταχύνει την υποβάθμιση της βιοποικιλότητας και περιορίζει την ικανότητά τους να εξουδετερώνουν τα ακραία φυσικά φαινόμενα.Οι κλιματικές μεταβολές θα έχουν συνέπειες για τη διαθεσιμότητα βασικών φυσικών πόρων (νερό, έδαφος), με αποτέλεσμα σημαντικές αλλαγές στις συνθήκες γεωργικής και βιομηχανικής παραγωγής σε ορισμένες περιοχές.
Προβλεπόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής
Η αδράνεια ή η καθυστερημένη λήψη μέτρων ενδέχεται να ασκήσει πίεση στη συνοχή της ΕΕ. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αναμένεται επίσης να διευρύνουν τις κοινωνικές διαφορές ανά την ΕΕ. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις κοινωνικές ομάδες και τις περιφέρειες που είναι περισσότερο εκτεθειμένες και βρίσκονται ήδη σε μειονεκτική θέση (π.χ. λόγω κακής υγείας, χαμηλού εισοδήματος, ακατάλληλης στέγασης ή έλλειψης κινητικότητας).
Το ελάχιστο κόστος λόγω της αδυναμίας προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή υπολογίζεται μεταξύ 100 δισ. ευρώ ετησίως το 2020 και 250 δισ. ευρώ το 2050 για την ΕΕ. Κατά την περίοδο 1980-2011, οι άμεσες οικονομικές ζημίες από τις πλημμύρες στην ΕΕξεπέρασαν τα 90 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό αναμένεται να αυξηθεί, δεδομένου ότι το ετήσιο κόστος των ζημιών από πλημμύρες ποταμών εκτιμάται σε 20 δισ. ευρώ έως τη δεκαετία του 2020 και 46 δισ. ευρώ έως τη δεκαετία του 2050.
Σημαντικό μπορεί να είναι και το κοινωνικό κόστος της κλιματικής αλλαγής. Οι πλημμύρες στην ΕΕ είχαν ως αποτέλεσμα περισσότερους από 2.500 θανάτους και έπληξαν πάνω από 5,5 εκατομμύρια άτομα κατά την περίοδο 1980-2011. Αν δεν ληφθούν περαιτέρω μέτρα προσαρμογής, μπορεί να προστεθούν 26.000 θάνατοι/έτος λόγω καύσωνα έως τη δεκαετία του 2020, αναλογία που θα αυξηθεί σε 89.000 θανάτους/έτος έως τη δεκαετία του 2050.
Αν και δεν υπάρχει ουσιαστικά γενική επισκόπηση του κόστους της προσαρμογής για την ΕΕ, το κόστος των πρόσθετων μέτρων αντιπλημμυρικής προστασίας υπολογίζεται σε 1,7 δισ. ευρώ ετησίως έως τη δεκαετία του 2020 και σε 3,4 δισ. ευρώ ετησίως τη δεκαετία του 2050. Τα μέτρα αυτά μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά, δεδομένου ότι κάθε 1 ευρώ που δαπανάται για αντιπλημμυρική προστασία αντιστοιχεί σε ζημίες 6 ευρώ.
Πηγή: https://underwriter.gr